"Όταν κάποιος σου συστήνεται ως ο γιος μιας βαθύπλουτης οικογένειας, συνήθως στο τέλος θα τον πιστέψεις γιατί όσο πιο πολύ επιμένει τόσο "χτίζει" το άλλοθι του. Πόσο ηλίθιος μπορεί να είναι για να υποκρίνεται κάτι τέτοιο; Τι λόγο μπορεί να έχει κάποιος για να πει ένα τόσο μεγάλο ψέμα; Επειδή λοιπόν, πιστεύεις ότι όλοι οι άνθρωποι είναι αγαθοί και...
δεν έχουν εμφανή λόγο να ψεύδονται για κάτι τέτοιο, πέφτεις στα δίχτυα τους...
Ο άνθρωπος που πούλησε τον πύργο του Άιφελ
Βίκτορ Λάστινγκ
Το 1925, ο Λάστινγκ πήρε να διαβάσει όπως κάθε μέρα την εφημερίδα του. Πίνοντας τον καφέ του, το μάτι του έπεσε επάνω σε ένα άρθρο που αφορούσε τον Πύργο του Άιφελ. Ο συντάκτης απαριθμούσε όλα τα προβλήματα και την οικονομική δυσχέρεια του Παρισιού να διατηρήσει το σύμβολό της. Ο Λάστινγκ αποφάσισε να δώσει μια λύση σε αυτό το πρόβλημα και φυσικά να βγάλει λεφτά με τη σέσουλα.
Υποκρίθηκε έναν κυβερνητικό εκπρόσωπο, εκθείασε με μια δόση υπερβολής όλα αυτά τα προβλήματα της συντήρησης του Πύργου και τελικά κατάφερε να… πουλήσει τον Πύργο του Άιφελ σε έναν ιδιοκτήτη μάντρας, ο οποίος θα τον μετέτρεπε σε παλιοσίδερα. Το ποσό πώλησης άγνωστο, αλλά ο Λάστινγκ κατέφυγε στη Βιέννη με μια βαλίτσα γεμάτη φράγκα.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο συγκεκριμένος κύριος εμπλεκόταν σε απατεωνιές. Πριν από το εγχείρημα αυτό, είχε προσπαθήσει να πουλήσει μια μηχανή που τύπωνε πλαστά χαρτονομίσματα, αλλά δεν έβγαλε πολύ χρήμα γιατί το μηχάνημα δεν δούλευε καλά. Αργότερα μάλιστα κατάφερε να πείσει τον ίδιο τον Αλ Καπόνε να επενδύσει 40 χιλιάδες δολάρια στο χρηματιστήριο. Ο Λάστινγκ κράτησε τα λεφτά του Καπόνε για δύο μήνες σε θυρίδα και μετά τα επέστρεψε, υποστηρίζοντας ότι το ντιλ έπεσε έξω. Ο Καπόνε εντυπωσιάστηκε από τη ακεραιότητά του και τον αντάμειψε με 5χιλιάδες δολάρια. Φυσικά, αυτά τα 5 χιλιάρικα ήταν αυτό που κυνηγούσε εξαρχής ο Λάστινγκ και τα πήρε.
Λίγο αργότερα, ο Βίκτορ Λάστινγκ έφτασε στις Η.Π.Α. όπου ενεπλάκη σε αρκετές απάτες, αλλά τελικά η αστυνομία κατάφερε να τον εντοπίσει και να τον κλείσει στις φυλακές του Αλκατράζ.
Πιάσε με αν μπορείς
Φρανκ Άμπενειλ Τζούνιορ
Ο Φρανκ ήταν ένας από τους μεγαλύτερους απατεώνες που γνώρισε η δεκαετία του 60. Για αρχή υπέγραφε ακάλυπτες επιταγές αλλά μετά κατάφερε να τυπώσει το δικό του πλαστό μπλοκάκι, σχεδόν πανομοιότυπο με τα πραγματικά. Μάζεψε επίσης πάνω από 40 χιλιάδες δολάρια, τυπώνοντας τον αριθμό του λογαριασμού του πάνω σε διάφορες καταθέσεις τραπεζών.
Για δύο χρόνια περίπου ο Άμπενειλ υποδυόταν τον πιλότο Φρανκ Ουίλιαμς για να κάνει τσάμπα ταξίδια με το αεροπλάνο. Αργότερα χρησιμοποίησε το ίδιο όνομα, αλλά αυτή τη φορά ο Φρανκ Ουίλιαμς από πιλότος έγινε παιδίατρος που εργαζόταν για 11 μήνες σε ένα νοσοκομείο της Τζώρτζια. Δεν παρέλειψε φυσικά να πλαστογραφήσει ένα πτυχίο Νομικής από το Χάρβαρντ, το οποίο χρησιμοποίησε για να δουλέψει ως δικηγόρος στην πολιτεία της Λουιζιάνα.
Για 5 χρόνια έβρισκε δουλειά με 8 διαφορετικές ταυτότητες και χρησιμοποιούσε δεκάδες ψεύτικα ονόματα για να υπογράφει και να δέχεται επιταγές αξίας 2,5 εκατομμυρίων δολαρίων σε 26 χώρες. Με αυτά τα λεφτά, κερνούσε τις φίλες αεροσυνοδούς, έτρωγε σε πολύ ακριβά εστιατόρια, ντυνόταν με πανάκριβα κοστούμια και ετοίμαζε τη νέα του δουλειά. Τώρα έχει μια εταιρία και κέρδισε τα μόνα του νόμιμα χρήματα από τα δικαιώματα της ταινίας που βασίστηκε στη ζωή του, "Catch me if you can", με πρωταγωνιστή και alter ego του, τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο.
Ο Γάλλος Ροκφέλερ
Κρίστοφ Τιερί Ροκανκούρ
Το αγαπημένο κόλπο του Ροκανκούρ ήταν να πείθει το κοινό ότι ήταν μέλος της οικογένεια Ροκφέλερ. Η μητέρα του ήταν πόρνη κι ο πατέρας του αλκοολικός, ο οποίος τον έκλεισε σε ορφανοτροφείο όταν ήταν 5 χρονών. Το αγόρι το έσκασε και πήγε στο Παρίσι όπου και σχεδίασε την πρώτη του μπαγαμποντιά: πούλησε ένα οικόπεδο που δεν του ανήκε για 1.4 εκατομμύρια δολάρια.
Μεγαλώνοντας, μετανάστευσε στις Η.Π.Α. όπου χρησιμοποίησε δεκάδες ψευδώνυμα. Στο Λος Άντζελες ήταν άλλοτε παραγωγός ταινιών ή πρωταθλητής του μποξ. Στις παρέες «πέταγε» σε ανύποπτες στιγμές φράσεις όπως «η μητέρα μου η Σοφία Λώρεν» ή « ο θείος μου ο Όσκαρ ντε λα Ρέντα», που εντυπωσίαζαν τους συνομιλητές του. Παντρεύτηκε ένα μοντέλο του Playboy, τη Ρία Ρέγιες και απέκτησαν ένα γιο. Για ένα χρονικό διάστημα συγκατοικούσε με τον Μίκι Ρουρκ.
Όταν ζούσε στον Καναδά, έγραψε την αυτοβιογραφία του στην ποία εξευτέλιζε τα θύματα της απατεωνιάς του. Το Μάρτιο του 2002, εκδόθηκε από τις αστυνομικές αρχές στη Νέα Υόρκη όπου και ομολόγησε την ενοχή του για 3 από τις 11 κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν. Οι φήμες λένε ότι από όλη του την… καριέρα, «έβγαλε» τουλάχιστον 40 εκατομμύρια δολάρια.
Ο Μεγάλος απατεώνας
Φέρντιναντ Ντεμάρα
Το 1941 ο Ντεμάρα κατατάχθηκε στον Αμερικανικό στρατό. Κάπως έτσι ξεκίνησαν οι νέες του ζωές στις οποίες χρησιμοποιούσε ονόματα των φίλων του από το στρατό. Δανείστηκε το όνομα του Άντονι Ινόλια, σκηνοθέτησε το θάνατο του, συνέχισε με διαφορετικό όνομα και έγινε ψυχολόγο. Βέβαια τελικά τον έπιασαν και καταδικάστηκε σε 18 μήνες φυλάκιση.
Το διάστημα στη φυλακή δεν τον έκανε να χάσει την όρεξη του για τις απάτες. Όταν απελευθερώθηκε, ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα άλλοτε ως μηχανολόγος, σερίφης, διευθυντής φυλακών, δικηγόρος, ερευνητής για τον καρκίνο, δάσκαλος, ακόμα και μοναχός.
Ο πιο διάσημος ρόλος του είναι ενός χειρουργού, του Τζόσεφ Κιρ ο οποίος υπηρετούσε στον Καναδέζικο Ναυτικό κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας. Στην πραγματικότητα κατάφερε να φέρει εις πέρας αρκετές εγχειρήσεις και να κλέψει μεγάλες ποσότητες πενικιλίνης. Του πήγαιναν όλα μια χαρά, μέχρι που η μητέρα του αληθινού γιατρού τον κατήγγειλε. Ο Ντεμάρα γύρισε πίσω στις Η.Π.Α. όπου και πέθανε το 1982. Η ζωή του ενέπνευσε την ταινία «The Great Impostor».
Ο Γιος του Σίντνεϊ Πουατιέ
Ντέβιντ Χάμπτον
Ο Ντέηβιντ Χάμπτον δεν μπορούσε να περάσει από τους πορτιέρηδες του κλαμπ Studio 54. Όταν όμως πλαστογράφησε την ταυτότητα του και στο όνομα πατός έβαλε το όνομα του Σίντνεϊ Πουατιέ, οι πόρτες άνοιξαν διάπλατα κι ο κόσμος τον αντιμετώπιζε σαν celebrity.
Αρχικά, ο Χάμπτον χρησιμοποιούσε το όνομα Πουατιέ για να απολαμβάνει τσάμπα γεύματα στα εστιατόρια. Λίγο πιο μετά κατάφερε να πείσει πάνω από 10 ανθρώπους να τον φιλοξενήσουν στα σπίτια τους και να του δώσουν λεφτά, επειδή ήταν ο γιος του Πουατιέ. Ανάμεσα σε αυτούς που εξαπάτησε ήταν η Μέλανι Γκρίφιθ, ο Γκάρι Σινίζ κι ο Κάλβιν Κλάιν.
Το 1983, οι Αρχές τον έπιασαν και τον υποχρέωσαν να πληρώσει το τίμημα των 4,5 χιλιάδων δολαρίων στα «θύματά» του. Λίγο αργότερα η ιστορία της ζωής του ενέπνευσε το θεατρικό έργο «Six Degrees of Separation», που μεταφέρθηκε και στη μεγάλη οθόνη. Ο Χάμπτον απεβίωσε πριν 4 χρόνια λόγω επιπλοκών που σχετίζονταν με το AIDS.
You can be a Star
Μilli Vanilli
Οι Μίλι Βανίλι ήταν ο Φαμπ Μόρβαν και ο Ρομπ Πίλατους. Το συγκρότημα έκανε μεγάλες επιτυχίες στα μέσα της δεκαετίας του 80 και το 1990 άρχισε η διεθνής τους καριέρα, μετά από το βραβείο Grammy, πρωτοεφανιζόμενου καλλιτέχνη που κέρδισαν. Λίγο αργότερα την ίδια χρονιά έπρεπε να εμφανιστούν live στο Κονέκτικατ σε μια συναυλία που θα ηχογραφούσε το MTV. Όταν … «τραγουδούσαν» το «Girl You Know It's True», ο δίσκος κόλλησε και άρχισε να «τρώει» τους στίχους, πράγμα που απέδειξε τη μεγάλη αάτη πίσω από την επιτυχία τους. Ο πραγματικός τραγουδιστής ήταν ο Φρανκ Φάριαν ενώ οι ίδιοι δεν είχαν ποτέ τραγουδήσει ούτε μια νότα στους δίσκους τους.
Ύστερα από αυτό το γεγονός, τους πήραν πίσω το βραβείο Grammy και κατατέθηκαν πάνω από 26 μηνύσεις σε αυτούς και στην δισκογραφική εταιρία.
Ένας Φορμοζαίος στην Ευρώπη
Τζορτζ Ψαλμανάζαρ
Ο Ψαλμανάζαρ εμφανίστηκε στην Ευρώπη γύρω στο έτος 1700. Έμοιζα με Ευρωπαίο αλλά εκείνος υποστήριζε ότι καταγόταν από το μακρινό νησί Φορμόζα, λατρεμένος τόπος του ηλίου και της σελήνης.
Λίγα χρόνια αργότερα, εξέδωσε ένα βιβλίο με τον τίτλο « Ιστορική και Γεωγραφική Περιγραφή της Φορμόζα», ένα νησί υπό την κυριαρχία του Αυτοκράτορα της Κίνας, με αρκετές περίεργες συνήθειες. Η Φορμόζα ήταν μια ευημερούσα χώρα, με πρωτεύουσα την πόλη Ξτερνέτσα. Οι άντρες κυκλοφορούσαν γυμνοί στο δρόμο, με μια χρυσή ή ασημένια κορδέλα να καλύπτει τα γεννητικά τους όργανα. Η κύρια τροφή τους ήταν ένα φίδι που ζούσε στα δάση. Οι Φορμοζαίοι ήταν πολυγαμικοί και μπορούσαν να φάνε την ίδια τους τη γυναίκα, εάν την έπιαναν να τους απατά. Για να τιμωρήσουν τους δολοφόνους τούς κρεμούσαν ανάποδα και κάθε χρόνο θυσίαζαν τις καρδιές από 18 χιλιάδες νεαρά αγόρια στους θεούς. Ότι απέμενε από τα κορμιά τους, τα έτρωγαν οι ιερείς. Στο βιβλίο μάλιστα είχε γράψει και το υποτιθέμενε Φορμοζαίο αλφάβητο.
Το βιβλίο ήταν μεγάλη επιτυχία. Η Επισκοπείς του Λονδίνου μάλιστα τον υποστήριζαν. Τελικά όμως το 1706 είχε κουραστεί και ομολόγησε στους φίλους του κι ύστερα δημόσια, ότι το νησί Φορμόζα δεν υπήρχε, παρά μόνο στη φαντασία του.
Διαβάστε περισσότερα: http://rc-cafe.blogspot.com/2010/06/7.html#ixzz0qHIqmQ6t"
Share on Facebook