Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

Ποιες είναι οι ποινές για φοροδιαφυγή



ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΠΛΥΜΑ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

"Την εβδομάδα που πέρασε έγινε μεγάλος θόρυβος με αφορμή υποθέσεις φοροδιαφυγής όπου πρωταγωνιστές ήσαν γιατροί και ένα μουσικό σύμβολο. Αποτελεί κοινοτοπία να επαναλάβω ότι η φοροδιαφυγή αποστερεί πολύτιμους πόρους από την πολιτεία στην προσπάθειά της να ασκήσει αποτελεσματική οικονομική, αναπτυξιακή κοινωνική πολιτική, με στόχο τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών. Είμαι -όμως- υποχρεωμένος να είμαι κοινότοπος και όσο αποτελεί ζητούμενο η αποτελεσματική αντιμετώπισή της. Αισθάνομαι την υποχρέωση τις επαγγελματικές γνώσεις και εμπειρίες μου στο θέμα της φοροδιαφυγής και εν γένει του οικονομικού εγκλήματος να τις μοιραστώ με τους αναγνώστες, ώστε να γνωρίζουν...
ποιες ποινικές συνέπειες θα αντιμετωπίσουν αν εντοπιστούν φοροδιαφεύγοντες. Από 23 Απριλίου 2010 ισχύει ο νέος φορολογικός νόμος (Ν. 3842) που διατηρεί σε ισχύ τις ποινικές διατάξεις του Ν. 2523/97, σύμφωνα με τις οποίες ο φορολογούμενος που αποκρύπτει εισοδήματα σε μια διαχειριστική περίοδο, στα οποία αναλογεί φόρος που υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ, τιμωρείται με φυλάκιση από 1 έως 5 χρόνια (πλημμέλημα).

Οι ποινές μέχρι 3 έτη φυλάκισης δύνανται να είναι εξαγοράσιμες. Εφόσον ο φόρος που αναλογεί στα καθαρά εισοδήματα, που έχουν αποκρυβεί, υπερβαίνει τα 150.000 ευρώ σε μια διαχειριστική περίοδο, τότε επιβάλλεται κάθειρξη από 5 έως 10 έτη (κακούργημα), χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα εξαγοράς της ποινής. Οι υπόχρεοι που δεν αποδίδουν ΦΠΑ και άλλους παρακρατούμενους φόρους, τέλη ή εισφορές τιμωρούνται με φυλάκιση από 1 έως 5 έτη (πλημμέλημα) αν το προς απόδοση ποσόν υπερβαίνει σε ετήσια βάση τα 3.000 ευρώ και με κάθειρξη από 5 έως 10 έτη (κακούργημα) αν το ποσόν υπερβαίνει σε ετήσια βάση τα 75.000 ευρώ. Οι αετονύχηδες, που εκδίδουν ή αποδέχονται εικονικά φορολογικά στοιχεία, τιμωρούνται με φυλάκιση από 1 έως 5 χρόνια εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει τα 3.000 ευρώ και με κάθειρξη 5 έως 10 έτη αν τα εικονικά στοιχεία υπερβαίνουν τα 150.000 ευρώ. Με τον Ν. 2331/95 θεσπίστηκαν αυστηρές κυρώσεις σε όσους νομιμοποιούν έσοδα που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες (ναρκωτικά, κλοπές κ.λπ). Η φοροδιαφυγή δεν υπήχθη στα εγκλήματα που θα μπορούσαν να ενταχθούν στον νόμο για το «ξέπλυμα βρόμικου χρήματος», όπως είναι γνωστός στο ευρύ κοινό.


Με τον Ν. 3424/05 θεωρήθηκε ως βασικό έγκλημα, που υπάγεται στο «ξέπλυμα», κάθε αξιόποινη πράξη που τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 6 μηνών
και αποφέρει παράνομη περιουσία πάνω από 15.000 ευρώ. Με αυτή τη ρύθμιση η φοροδιαφυγή συμπεριλήφθηκε στα βασικά αδικήματα όπου εφαρμόζονται οι διατάξεις για το «ξέπλυμα». Επειδή υπήρξαν οργανωμένες αντιδράσεις εξαιρέθηκε -δικαίως- με τον Ν.3472/06 η πλημμεληματική (μέχρι 5 χρόνια φυλάκιση) φοροδιαφυγή. Ο νομοθέτης με τον Ν. 3691/5-8-2008, με μια αυστηρή ρύθμι-
ση, καθιέρωσε ως έγκλημα, υπαγόμενο στις ρυθμίσεις περί «ξεπλύματος», κάθε αδίκημα που τιμωρείται με ελάχιστη ποινή άνω των 6
μηνών και παράγει παράνομο περιουσιακό όφελος. Ετσι, και η πλημμεληματική φοροδιαφυγή εντάχθηκε στο ποινικό κάδρο του «ξεπλύματος βρόμικου χρήματος». Με τον τελευταίο φορολογικό νόμο (Ν. 3842/23-04-10) η φοροδιαφυγή ρητά και πανηγυρικά ενσωματώθηκε στα κύρια αδικήματα, τα οποία παράγουν παράνομη περιουσία, η κατοχή της οποίας -ακόμα και σε έναν απλό τραπεζικό λογαριασμό- λογίζεται ως «ξέπλυμα» και τιμωρείται με ποινή που μπορεί να κυμανθεί από 1 έως 20 έτη όταν τελείται κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια. Η ιστορική εξέλιξη του νόμου για το «ξέπλυμα» έγινε για να γνωρίζουν οι αναγνώστες ότι η φοροδιαφυγή εντάχθηκε στο ποινικό οπλοστάσιο του ανωτέρω δρακόντειου νομοθετήματος, μετά το 2005 και εφόσον υπερέβαινε τις 15.000 ευρώ. Επειδή η φοροδιαφυγή με το «ξέπλυμα» συρρέουν πραγματικά, δηλαδή επιβάλλονται δύο ποινές, γίνεται -ευκόλως- αντιληπτό ότι οι καιροί είναι χαλεποί για τους φοροδιαφεύγοντες. Ισως έγινα δυσάρεστος αλλά πιστεύω ότι μόνο με την ουσιαστική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής δύναται να επιτευχθεί δίκαιη αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου στον λαό.

ΥΓ.: Οφείλω να επανορθώσω ένα λάθος που διέπραξα σ’ ένα προηγούμενο άρθρο μου σχετικά με τον ανακριτή Ναυπλίου Κωνσταντίνο
Πρωτονοτάριο. Με δική του πρωτοβουλία μετατέθηκε στο Πρωτοδικείο Αθηνών, όπου ασκεί τα καθήκοντά του με υψηλό δικαστικό φρόνημα"

Μιχάλης Δημητρακόπουλος


Share on Facebook