Κυριακή 6 Ιουνίου 2010

Δύο χρόνια μετά, ο killer μιλάει μέσα από τη φυλακή


«Δεν θέλω να θυμάμαι τίποτα από αυτό που έκανα»! Ο φονιάς του Νίκου Σεργιανόπουλου μιλάει στην «Espresso της Κυριακής» δύο χρόνια μετά το στυγερό έγκλημα που διέπραξε και βύθισε τον καλλιτεχνικό χώρο αλλά και όλη την Ελλάδα στο πένθος.

Τα ξημερώματα της 4ης Ιουλίου του 2008 ο αγαπημένος ...
τηλεοπτικός κύριος «Μαρκοράς» βρίσκεται νεκρός στο διαμέρισμά του. Το άψυχο κορμί του κείτεται γυμνό μέσα σε μια τεράστια λίμνη αίματος στο σαλόνι του σπιτιού του. «Είκοσι μία μαχαιριές. Ηταν γυμνός, πεσμένος ανάσκελα, τα γόνατά του ήταν λυγισμένα, ενώ όλο του το σώμα βρισκόταν μέσα σε μια τεράστια λίμνη αίματος. Αντίκρισα μια εικόνα σφαγής» περιέγραφε ο Φίλιππος Κουτσάφτης, ο ιατροδικαστής που ανέλαβε την υπόθεση.

Ο Νίκος που αγάπησε το κοινό δεν ήταν πλέον στη ζωή. Φίλοι, συγγενείς αλλά και άγνωστος κόσμος έσπευσαν στην πολυκατοικία της οδού Μετεώρων 12 στο Παγκράτι, εκεί όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια ο ταλαντούχος αλλά μοναχικός ηθοποιός, για να αφήσουν λίγα λουλούδια στη μνήμη του.

Ενα «γιατί» έβγαινε από το στόμα όλων και τα δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια. Τα σενάρια οργίαζαν. Οι εφημερίδες γέμιζαν τα πρωτοσέλιδά τους με δεκάδες πληροφορίες που έφταναν στα δημοσιογραφικά γραφεία από δεξιά κι αριστερά. Η Αστυνομία ασχολιόταν μερόνυχτα με την υπόθεση. Υποπτοι θεωρούνται όλοι όσοι συναναστρέφονταν με τον δημοφιλή ηθοποιό.

O δολοφόνος έπρεπε να βρεθεί. Εναν μήνα αργότερα, οι έρευνες έδειχναν ως κύριο ύποπτο τον γεωργιανής καταγωγής Δαβίδ Mουρτινέλι.

«Ναι, εγώ τον σκότωσα» παραδέχτηκε ενώπιον του δικαστηρίου και με σκυμμένο κεφάλι ζήτησε συγγνώμη από τους συγγενείς του θύματος κατά την απολογία του. Ο μελαψός άνδρας με τα έντονα χαρακτηριστικά και το ανέκφραστο πρόσωπο καταδικάστηκε σε είκοσι χρόνια και δέκα μήνες, γλιτώνοντας τα ισόβια κααι μεταφέρθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού.

Σήμερα, ο Δαβίδ Μουρτινέλι, ο άντρας που κάρφωσε με μανία είκοσι μία μαχαιριές επάνω στο σώμα του Νίκου Σεργιανόπουλου εκτίει την ποινή του στο σωφρονιστικό ίδρυμα Μαλανδρίνου, όπου μεταφέρθηκε πριν από περίπου έξι μήνες.

Η «Εspresso της Κυριακής» μίλησε μαζί του. «Εχω μπροστά μου αρκετά χρόνια φυλακής. Δεν αλλάζω τίποτα από όσα είπα στο δικαστήριο, αλλά δεν θέλω πλέον να ασχολούνται ούτε η τηλεόραση ούτε οι εφημερίδες μαζί μου» δηλώνει. Η φωνή του ακούγεται μπάσα και σταθερή. «Ξέρω ότι έχουν περάσει δύο χρόνια. Δεν θέλω όμως να μιλάω άλλο γι’ αυτό. Μου είναι δύσκολο να πω κάτι παραπάνω».

Η χροιά της φωνής του μαλακώνει, όταν αναφέρεται στην οικογένειά του. Ο ίδιος είχε πει στο παρελθόν πως θα ήθελε να μην είχε έρθει ποτέ στην Ελλάδα. Η συγκεκριμένη σκέψη τον κατατρέχει ακόμη μέχρι σήμερα. Στη Γεωργία τον περιμένουν η σύζυγος με τα παιδιά του και κάπου κάπου τον επισκέπτονται στη φυλακή. Κατά κάποιο τρόπο είναι και αυτοί θύματα του ίδιου φόνου. «Πριν από λίγες ημέρες ήρθαν να με δούνε. Δεν τους βλέπω συχνά. Εφυγαν ξανά για τη Γεωργία. Μιλάμε και στο τηλέφωνο, όταν έχω κάρτα. Δεν έχω χρήματα να τους στείλω. Βοηθάνε ο πατέρας μου και ο αδελφός μου για να μπορούν οι δικοί να τα βγάλουν πέρα» είπε και τόνισε πως «δεν θέλω να θυμάμαι αυτό που έγινε».

Οι άνθρωποι με τους οποίους μιλάει αρκετά συχνά μέσα από τη φυλακή, εκτός από την οικογένειά του στη Γεωργία, είναι οι δικηγόροι του κύριοι Δημήτρης Γκαβέλας και Νίκος Καραδήμας: «Εχουμε επικοινωνία σχεδόν μία φορά τον μήνα. Περισσότερο μιλάει με τους δικούς του. Αλλωστε, δεν έχει χρήματα για να αγοράζει τηλεκάρτες μέσα στη φυλακή, οπότε η επαφή μας και οι ολιγόλεπτες συζητήσεις μας είναι περιορισμένες» δηλώνει ο κύριος Γκαβέλας και σημειώνει: «Ο εντολέας μου μεταφέρθηκε πριν από μερικούς μήνες στις φυλακές Μαλανδρίνου και μάλιστα τους τελευταίους δύο μήνες εργάζεται κιόλας μέσα στο σωφρονιστικό ίδρυμα. Θα ήθελα να πω πως βλέπω έναν άνθρωπο πραγματικά μετανιωμένο. Το καταλαβαίνω από την όλη στάση του και τη συμπεριφορά του μέσα στη φυλακή όλο αυτό το διάστημα».

espresso




Share on Facebook