Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010

Αποτελέσματα του ανασκαφικού έργου στη Μακεδονία


Εκατοντάδες ευρήματα (χρυσά, επιχρυσωμένα, χάλκινα, πήλινα και μεταλλικά), εκατοντάδες ταφές και στοιχεία για «ιδιαίτερα» και δυσανάγνωστα, προς το παρόν, ταφικά έθιμα (οπές χιλιοστών στα κρανία, αλλά και απανθρακωμένοι σπόροι δημητριακών, προσφορά ως τελετουργικό ταφής) συγκεντρώνουν και ...παρουσιάζουν οι αρχαιολόγοι - ανασκαφείς της δυτικής Μακεδονίας, αναδεικνύοντας τη διαχρονικότητα της κατοίκησης στην περιοχή.
Η Ανω Μακεδονία

Διεκδικώντας τη δική της περίοπτη και αδιάλειπτα διαχρονική θέση στον αρχαιολογικό «χάρτη» της χώρας η δυτική Μακεδονία οργάνωσε το Σαββατοκύριακο διήμερο συνέδριο αποκλειστικά για το αρχαιολογικό έργο στην περιοχή (Ανω Μακεδονία - σύμφωνα με τον επίσημο τίτλο της συνάντησης) με 19 ανακοινώσεις αρχαιολόγων και ανασκαφέων.

«Είναι επιστημονικά αντιδεοντολογικό να μιλάμε με όρους σύγχρονους -όπως αυτό που λέμε "δυτική Μακεδονία"- όταν αναφερόμαστε στον αρχαίο κόσμο. "Τολμήσαμε" τον όρο "Ανω Μακεδονία", προκειμένου να αναφερθούμε στους τέσσερις αυτούς νομούς, αλλά και πιθανότατα σε περιοχές εκτός των σημερινών ελληνικών συνόρων, καθώς στην αρχαιότητα, αντίθετα με ό,τι φαίνεται, οι όροι Άνω και Κάτω Μακεδονία δεν είναι γεωγραφικοί, αλλά "ιστορικοί" και με συγκεκριμένο περιεχόμενο. Άνω Μακεδονία ήταν η ορεινή Μακεδονία, που περιλάμβανε τους Νομούς Καστοριάς, Φλώρινας, Κοζάνης και Γρεβενών, και εκτεινόταν βόρεια μέχρι τη λίμνη Αχρίδα και τα όρη Ντάντουνα, Μπάμπουνα και Ντρεν. Ο όρος χρησιμοποιείτο σε αντιδιαστολή με την Κάτω, την πεδινή Μακεδονία. Κατά τη 2η χιλιετία π.Χ., η Άνω Μακεδονία ήταν σταθμός της πορείας των ελληνικών φυλών, Μακεδόνων και Δωριέων. Το πολιτιστικό και βιοτικό επίπεδο της Άνω Μακεδονίας ήταν υψηλό πολύ πριν από την εποχή του Φιλίππου. Από τις έξι ταξιαρχίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 330 π.Χ., οι τρεις προέρχονταν από την Άνω Μακεδονία», κατέληξε η προϊσταμένη της Λ΄Εφορίας Αρχαιοτήτων, Γ. Καραμήτρου - Μεντεσίδη.



Τα νέα ευρήματα

Διαχρονικότητα κατοίκησης σε θέσεις πέριξ του ποταμού Αλιάκμονα με οργανωμένα - πολυτελή οικιστικά συγκροτήματα, που χρονολογούνται από την ελληνιστική εποχή (Φράγμα Ιλαρίωνα - θέση Μέγας Αη-Γιώργης ), αλλά ακόμη και από την ύστερη εποχή του Χαλκού και την Εποχή του σιδήρου, περί το 2.500 π.Χ (θέσεις Κτιό και Κρυοπήγαδο Αλιάκομνα) έως και τα βυζαντινά χρόνια (1.000 μ.Χ.), εντοπίζουν οι ανασκαφείς στο ευρύτατο ανασκαφικό έργο των τελευταίων ετών παράλληλα και με τη λειτουργία των λιγνιτωρυχείων της ΔΕΗ και των φραγμάτων.

Ειδικά στην περιοχή της Εορδαίας, όπου, σύμφωνα με εισήγηση, στο συνέδριο, της κ. Καραμήτρου - Μεντεσίδη «το ανασκαφικό έργο ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, με την απασχόληση προσωπικού 758 ατόμων μόνο για το 2009», τα ευρήματα στις περιοχές Αναρράχης και Μαυροπηγής είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα, αλλά ορισμένα από αυτά δυσερμήνευτα.

«Κατά τον έλεγχο της χάραξης του δρόμου Δυτικής Εορδαίας διαπιστώσαμε ότι θίγονται σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι, ανάμεσά τους και εκείνος στη θέση Κουρί, όπου διενεργήσαμε σωστική ανασκαφή και διαπιστώσαμε ότι ο χώρος είχε κατοικηθεί κατά την Εποχή Χαλκού, τα κατάλοιπα της οποίας διαταράχθηκαν στα ιστορικά χρόνια, από τον 4ο αι. π.Χ. Τα οικιστικά κατάλοιπα δεν διασώθηκαν, εκτός από ένα στρώμα καταστροφής σε έκταση 100 τ. μ. και δύο πίθους, με ελάχιστα κινητά ευρήματα», λεει στο ΑΠΕ -ΜΠΕ η επικεφαλής της Λ΄Εφορίας.

Σύμφωνα με τους ανασκαφείς, εξαιρετικά σημαντικό κινητό εύρημα ήταν το σύνολο των αργυρών αγγείων πόσης, που αποτελούνται από έναν κάνθαρο, μία αρύταινα και μία φιάλη, η οποία περιείχε τέσσερα μικρότερα αγγεία. Ο κάνθαρος έχει ψηλό χυτό πόδι και χυτές διπλές λαβές, η αρύταινα είναι επίσης χυτή. Στο εσωτερικό της φιάλης είχαν τοποθετήσει άλλα τέσσερα αγγεία, ένας κάνθαρος και τρεις σκύφοι με πόδι και λαβές, οι οποίοι φέρουν ανάγλυφο και επίχρυσο φυτικό διάκοσμο από ανθέμια, άνθη λωτού και βλαστόσπειρες. Ο κάνθαρος, καλυκόσχημος, με χυτό ψηλό πόδι, φέρει, όπως και ο πρώτος, χυτές διπλές λαβές, οι σκύφοι έχουν χυτή, κωνική βάση και χυτές δακτυλιόσχημες λαβές ανάμεσα σε χυτά πλατιά ελάσματα, που φέρουν αντιθετικά εγχάρακτα άνθη λωτού στην πάνω επιφάνεια. Οι λαβές μπορούν να συγκριθούν με ανάλογες από το Βοτονόσι της Ηπείρου και γενικά, ως προς το σχήμα (σώμα και λαβές), οι σκύφοι είναι παρόμοιοι με σκύφο από ένα σύνολο έξι αργυρών αγγείων από τον τάφο του Φιλίππου στη Βεργίνα, στον οποίον, ωστόσο, οι λαβές είναι πιο απλοποιημένες. Στον κάνθαρο του εσωτερικού της φιάλης και κάτω από το χείλος υπάρχει με στιγμές η επιγραφή ΑΝΤΙΟΧΟΥ, όνομα, προφανώς, του κατόχου.

Το σύνολο αγγείων πόσης από την Αναρράχη, που εντάσσεται στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ., είναι μοναδικό εύρημα στην περιοχή της Άνω Μακεδονίας και σπάνιο για όλο τον αρχαίο κόσμο. Το υλικό είναι πολύτιμο, η τεχνική της επιχρύσωσης προϋποθέτει εργαστήριο ακμαίο, οι σκύφοι δεν έχουν και το πιο συνηθισμένο σχήμα, η επιγραφή κατόχου είναι, επίσης, σπάνια. Όλα αυτά τα στοιχεία δηλώνουν οργανωμένη κοινωνία με ανώτερο βιοτικό επίπεδο κατά τον 4ο αι. π.Χ. στην περιοχή της Εορδαίας.

Σε ό,τι αφορά, τέλος, την ανασκαφή στην περιοχή Μαυροπηγή, στο ζωτικό χώρο της οποίας βόρεια, ανατολικά και νοτιοανατολικά, αναπτύσσονται ήδη τα λιγνιτωρυχεία της ΔΕΗ, και στο νεκροταφείο που ανασκάφηκε στη διάρκεια των δυο τελευταίων χρόνων (περι τις 70 ασύλητες λαξευμένες στο έδαφος ταφές, οι οπίες εντάσσονται στον 4ο-3ο αι π.Χ. με δεκάδες κτερίσματα, ειδικά στις γυναικείες ταφές), ως εξαιρετικά ενδιαφέρον κρίνουν οι αρχαιολόγοι το γεγονός της ύπαρξης οπών (μόλις ενός χιλιοστού) στα κρανία τριών συνολικά σκελετών.

«Οι οπές είναι πολύ μικρές, οπότε, μάλλον, πρέπει να αποκλειστεί χειρουργική επέμβαση. Η σύμπτωση από φθορά μάλλον αποκλείεται και υποθέτουμε ότι έγινε μεταθανάτια στο πλαίσιο ταφικού εθίμου, άγνωστου σε μας», λεει η κ. Καραμήτρου - Μεντεσίδη.

Στο σύνολό τους οι ταφές «εκτείνονται» χρονικά από το β΄μισό του 4ου π.Χ αι. εως και τον 2ο π.Χ αι., όπως, τουλάχιστον, προκύπτει από τα κεραμικά και τα νομίσματα που βρέθηκαν στο εσωτερικό τους.
Share on Facebook