«Η μέχρι σήμερα στήριξη του τραπεζικού συστήματος στις δύσκολες στιγμές δεν σημαίνει ότι επικροτούμε τον τρόπο, με τον οποίο λειτούργησαν οι ελληνικές τράπεζες στις καλές εποχές», τονίζει ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, σε συνέντευξή του στην εφ. «Έθνος της Κυριακής» και επαναλαμβάνει τις επισημάνσεις του πρωθυπουργού ότι «οι τράπεζες από εδώ και πέρα πρέπει να ξαναμπούν στο παιχνίδι της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας, διοχετεύοντας κεφάλαια και παίρνοντας ενεργά μέρος στην ανάπτυξη της...
χώρας».
Αναφερόμενος στην πρόταση της τράπεζας Πειραιώς για πώληση του μεριδίου του Δημοσίου στην ΑΤΕ και το ΤΤ και αν αυτή θα γίνει αποδεκτή, ο υπουργός κάνει σαφές ότι «η πρόταση που δέχθηκε το Δημόσιο από την Τράπεζα, είναι δική της πρωτοβουλία» και «δεν ήρθε σε συνέχεια» κυβερνητικής πρόσκλησης. Ως εκ τούτου «είναι προφανές ότι καμία απόφαση δεν μπορεί να ληφθεί, αν δεν υπάρχει αποτίμηση και αξιολόγηση ειδικών συμβούλων του Δημοσίου και χωρίς να έχουμε μία συνολική τεκμηριωμένη εικόνα για τα αποτελέσματα οποιασδήποτε απόφασης».
Σε ό,τι αφορά τις επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών στα «τεστ αντοχής», ο κ. Παπακωνσταντίνου διατυπώνει την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης ότι «οι ελληνικές τράπεζες θα περάσουν με επιτυχία τα stress tests», αλλά σε κάθε περίπτωση «το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δημιουργήθηκε ακριβώς για να στηρίξει οποιαδήποτε τράπεζα βρεθεί σε δύσκολη κατάσταση».
Κατά τα λοιπά, ο υπουργός σημειώνει πως «τα πιο δύσκολα δημοσιονομικά μέτρα έχουν ήδη ληφθεί», ενώ για το πεδίο της φοροδιαφυγής και τη λειτουργία του μηχανισμού είσπραξης των οφειλομένων, τονίζει πως «γίνεται πολύ συστηματική δουλειά». Ως απόδειξη, δε, της αποτελεσματικότητας του μέσου της «διασταύρωσης στοιχείων», κάνει γνωστό πως, στα ταμεία της Εφορίας έχουν σταλεί περί τους 230 από τους 989 μεγαλοοφειλέτες της Μυκόνου και της Σαντορίνης κι αν κάποιοι δεν ανταποκριθούν στην προθεσμία της 20ης Ιουλίου, που τους έχει δοθεί, θα κινηθεί διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης.
Share on Facebook