Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

"τις πταιει;"


"Στις αρχές Απριλίου γύρισα στην Αθήνα μετά από απουσία σχεδόν 10 ετών στο εξωτερικό και με εξέπληξε αφ’ενός η συνεχής συνομωσιολογία αφ’έτερου ο μεγάλος βαθμός αμάθειας του κοινού σχετικά με... την οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα τους τελευταίους μήνες

Περίπου αρχές Μαΐου, ο αξιότιμος κύριος πρόεδρος της Δημοκρατίας σχολίασε ότι οι υπεύθυνοι της τωρινής κρίσης πρέπει να τιμωρηθούν. Το καθ’όλα ορθό αυτό σχόλιο υπήρξε η αφορμή για να γράψω το παρόν κείμενο, όχι τόσο να σχολιάσω αν οι υπαίτιοι πρέπει να διωχθούν ποινικά όσο αν υπάρχουν υπαίτιοι.

Φυσικά μια τέτοια αναζήτηση δεν μπορεί παρά να έχει μια αυθαίρετη χρονική στιγμή εκκίνησης. Στην παρούσα περίπτωση θα περιορισθώ στους 9 τελευταίους μήνες. Όχι γιατί τα προηγούμενα χρόνια δεν αντιπροσωπεύουν μια χρονική περίοδο όπου πολλές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας καθιερώθηκαν (διαφθορά, έλλειψη ανταγωνιστικότητας / παραγωγικότητας) οι οποίες οδήγησαν στην σημερινή κρίση, αλλά γιατί παρόλες αυτές τις ευρέως αναγνωρισμένες αδυναμίες θα μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει την κρίση αν οι χειρισμοί των τελευταίων μηνών, στην διαχείριση του δημοσίου χρέους, ειδικά την περίοδο Ιανουαρίου / Μαρτίου, ήταν διαφορετικοί.

Ήταν ευρέως γνωστό ότι μέσα στο 2010 η χώρα θα έπρεπε να αποπληρώσει ομόλογα προηγούμενων ετών (αρκούσε μια επίσκεπση στο site του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. για να διαπιστώσει κανείς το ύψος των οφειλών). Αυτές οι πληρωμές έπρεπε να γίνουν οπωσδήποτε, διαφορετικά θα εξαναγκαζόμασταν σε πτώχευση. Άσχετα με το ποιες άλλες δημόσιες δαπάνες θα έπρεπε να περικοπούν, αυτές οι πληρωμές έπρεπε να διεκπεραιωθούν. Λογικό είναι ότι ο μεγαλύτερος όγκος αυτών των πληρωμών (και δεδομένης της οικονομικής υγείας του δημοσίου, ουσιαστικά το σύνολο των πληρωμών) θα χρηματοδοτούνταν μέσω αναδανεισμού με την έκδοση νέων ομολόγων. Οι αγορές και οι επενδυτές επίσης γνώριζαν αυτήν την κατάσταση. Η χώρα ήταν σε μονόδρομο, έπρεπε να εκδώσουμε νέα ομόλογα μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά όρια.

Αναμενόμενες λοιπόν ήταν και οι τοποθετήσεις των επενδυτών στις δευτεροβάθμιες αγορές. Γνωρίζοντας ότι το δημόσιο θα εξέδιδε νέα ομόλογα (λογικά σε τιμές καλύτερες της δευτεροβάθμιας αγοράς προκειμένου να προσελκύσει αγοραστές) υπήρξαν οι αναμενόμενες κινήσεις από επενδυτές που πουλούσαν ομόλογα στην δευτεροβάθμια (τα οποία πολλές φορές δεν τους ανήκαν – είτε ήταν απλώς εκμισθωμένα για μικρό χρονικό διάστημα από επενδυτικά ταμεία που διατηρούσαν τα ομόλογα σε βάθος χρόνου, είτε η συμφωνία πώλησης όριζε την αποτίμηση των ομολόγων σε μελλοντική χρονική στιγμή – το λεγόμενο short selling) οδηγώντας σε πτώση τον τιμών των ελληνικών ομόλογων (όπως αντανακλάσθηκε με τη συνεχή αύξηση του spread σε σχέση με τα γερμανικά ομόλογα). Οι επενδυτές αυτοί ήλπιζαν ότι θα αγοράσουν νέα ομόλογα είτε στις εκδόσεις του δημοσίου είτε ξανά στην δευτεροβάθμια αγορά, σε φθηνότερες τιμές απ’ότι πούλησαν αρχικά και θα κέρδιζαν τη διαφορά μεταξύ τιμής αγοράς και πώλησης. Και δεδομένης της ανάγκης της χώρας να εκδώσει νέα ομόλογα, όσο αργούσαμε να καλύψουμε το απαιτούμενο ποσό (για τις αποπληρωμές, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω), γνώριζαν όλοι ότι θα ακολουθούσαν και νέες εκδόσεις (πάντα σε καλύτερες τιμές απ’ότι η δευτεροβάθμια αγορά) οπότε μπορούσαν να επαναλαμβάνουν με σχετική ασφάλεια short selling συναλλαγές. Οι κινήσεις αυτές της αγοράς ήταν απολυτώς αναμενόμενες αφού παρόμοιες κινήσεις είχαν επαναληφθεί σε κάθε οικονομική κρίση ιστορικά.
Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση το ελληνικό δημόσιο θα έπρεπε να κινηθεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα προκειμένου να εκδώσει τα νέα ομόλογα με ευνοΐκότερους όρους. Αντιθέτως, η πρώτη μεγάλη έκδοση έγινε στα τέλη Ιανουαρίου, όπου οι αγορές μας εξέπληξαν με την υπερζήτηση για ελληνικά 5-ετη ομόλογα. Είχαμε προσφορές ύψους €25 δις. Αλλά εκδώσαμε μόνο €8. Εφόσον καθυστερούσαμε να εκδώσουμε νέα ομόλογα, τα spreads συνέχισαν να ανεβαίνουν. Παρόλα αυτά όταν επανεκδόθηκαν 10-ετες ομόλογα στις αρχές Μαρτίου οι αγορές μας αιφνιδίασαν ξανά καθώς είχαμε προσφορές ύψους €16 δις. Αλλά εκδώσαμε μόνο €5 δις. Ακολούθησαν εκδόσεις εντόκων γραμματίων οι οποίες δεν έτυχαν ιδιαίτερης ανταπόκρισης, αλλά παρόλα αυτά μεγάλο μέρος των αποπληρωμών για το 2010 έγιναν και τέλη Απριλίου είχαν μείνει €16 δις προς πληρωμή εντός του 2010. Δυστυχώς πλέον το κόστος δανεισμού είχε φτάσει στα ύψη (όπως ήταν λογικό και αναμενόμενο) και η κυβέρνηση καλώς η κακώς ζήτησε βοήθεια από την ΕΕ και το ΔΝΤ. Η απόφαση αυτή παρουσιάστηκε ως μονόδρομος…..

Ήταν όντως μονόδρομος; Θα μπορούσαμε φυσικά να δανειστούμε από τις αγορές τον Μάιο παρά το υψηλό κόστος. Ίσως οι επιπτώσεις να ήταν καλύτερες από την προσφυγή στο ΔΝΤ. Αλλά το πιθανότερο είναι πως το κόστος δανεισμού θα παρέμενε υψηλότατο, οπότε η κυβέρνηση ορθώς αναζήτησε άλλες οδούς δανεισμού / βοηθείας. Ωστόσο, ανατρέχοντας κανείς στην προηγούμενη παράγραφο, δεν μπορεί παρά να παρατηρήσει τις συνολικές προσφορές για ομόλογα 5-ετη και 10-ετη που ανέρχονταν σε €41 δις, Αλλά δανειστήκαμε μόνο €13 δις, υπήρχε συνολική υπερπροσφορά €28 δις, ενώ χρειαζόμασταν μόνο €16 δις επιπλέον για να καλύψουμε τις πιεστικές ανάγκες αποπληρωμής ομολόγων. Τα καίρια λοιπόν ερωτήματα είναι: α)γιατί δεν έγιναν αποδεκτές αυτές οι επιπλέον προσφορές; και β)γιατί σε σύντομο χρονικό διάστημα από αυτές τις δυο εκδόσεις και ενώ γνωρίζαμε ότι υπήρχε υπερπροσφορά δεν έγιναν και άλλες εκδόσεις ομολόγων; Είναι δυνατόν να υπήρχε η πίστη ότι θα σταματούσε η πτωτική τάση των τιμών στη δευτεροβάθμια αγορά ενώ ήταν ευρέως γνωστό ότι χρειαζόμασταν να εκδώσουμε επιπλέον ομόλογα;

Παρουσιάσθηκαν τότε σχόλια στον τύπο ότι το κόστος δανεισμού ήταν υψηλό σε αυτές τις εκδόσεις (6.1% και 6.25% αντίστοιχα) και ότι έπρεπε να περιμένουμε πτώση των spreads. Πως θα ήταν όμως ποτέ δυνατόν να βελτιωθεί το κόστος δανεισμού με τις υπάρχουσες συνθήκες στην αγορά; Αλλά και αν κάποιος δει την κατάσταση με τα μάτια ατόμου που δεν έχει οικονομικές γνώσεις, δεν θα ήταν αναμενόμενο να αναρωτηθεί αν και κατά ποσό είναι λογική θέση το να διακυβεύεται η πτώχευση της χώρας, να θυσιάζεται μέρος της οικονομικής αυτονομίας της χώρας και να μειώνεται το εισόδημα του συντριπτικού αριθμού των εργαζομένων για να μη δανειστούμε €16 δις με 5 η 6 η 7 η και 8%? αφού έτσι κι αλλιώς θα πρέπει να δανειστούμε αυτό το ποσό και τώρα πλέον με άγνωστο κόστος δανεισμού….

Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω, επανερχόμενος στα αρχικά μου σχόλια περί συνομωσιολογίας ότι όλα τα στοιχεία που παρέθεσα είναι ευρέως καταγεγραμμένα στο διεθνή οικονομικό τύπο.

Εν κατακλείδι, αναλογιζόμενος την πορεία των τελευταίων μηνών και ειδικά την τραγική διεκπεραίωση των προσφορών ομολόγων κατά τους μήνες Ιανουαρίου και Μαρτίου δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ αν θα πρέπει να ερευνηθεί η πιθανότητα καταλογισμού ευθυνών στους υπεύθυνους που διαχειρίσθηκαν τις παραπάνω εκδόσεις ομόλογων. Ειδικά όταν οι απώλειες που υπέστη το δημόσιο μέσω αυτών ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ ενώ το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων είναι υπόλογοι και μπορούν να διωχθούν ακόμα και σε περιπτώσεις που μέσω των πράξεών τους το δημόσιο ζημιώνεται έστω και μερικές εκατοντάδες ευρώ. Αναμφίβολα δεν πρέπει να αναμένεται η αναγνώριση δόλου, άλλωστε υπάρχουν άλλες πλευρές τις ανθρώπινης φύσης όπου είναι πιθανότερο να βρεθούν οι λόγοι μιας άστοχης διαχείρισης. Θα μπορούσε κάλλιστα το σχετικό σχόλιο του Βοναπάρτη (ποτέ μην αποδίδεις δόλο σε πράξεις που μπορούν να εξηγηθούν λόγω ανικανότητας) να περιγράφει άριστα τη συγκεκριμένη περίπτωση.

Δυστυχώς όμως το δημόσιο και η κοινωνία μας ζημιώθηκαν και ο απολογισμός ευθυνών θα πρέπει να γίνει όποιοι και αν είναι οι λόγοι που οι υπαίτιοι έπραξαν ως έπραξαν."
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ



Share on Facebook