"Η Αθήνα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ήταν ένα πεδίο δοκιμασίας για τους κατοίκους της. Το να κάνεις τη διαδρομή Κολιάτσου- Παγκράτι ήθελες καύσιμα Μπόινγκ. Πως πάει ρώταγες? Πώς να πάει, σου απαντούσε ο άλλος, στον αγώνα!
Πολλοί " αγωνιστές" βέβαια έχοντας δει το μάταιο του να τρέχεις γύρω απ’ την ουρά σου, κάτω από έναν ήλιο που δεν σε αφήνει να πράξεις όπως πράττει ο Γερμανός, είχαν πιάσει μόνιμη θέση παρκινγκ...
στην καφετέρια, θέση που σου επιτρέπει να προσλάβεις τα πεπραγμένα από κάποια σχετική απόσταση και να το φιλοσοφήσεις το πράγμα καλύτερα. «Ου μεριμνήσετε εις την αύριον» μας λέει ο ευαγγελιστής, συνεχίζοντας το αξιακό μοντέλο του αρχαίου κόσμου, που θέλει την αργία, μήτρα του «φιλοκαλούμεν μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας».
Εν αγνοία τους αυτοί οι "νεοπλατωνικοί" θαμώνες έδιναν τον τόνο στην αγορά, την πολιτική και την οικονομία, διατηρώντας ζωντανή την πατροπαράδοτη σχόλη. Χτες όμως… χτες βρέθηκα στην Πλ. Κάνιγγος για επαγγελματικό ραντεβού. Από εκεί για να πάω μέχρι την Τρίτης Σεπτεμβρίου όπου με περίμενε άλλο ραντεβού, διέσχισα το Κάιρο, το Τουμπουκτού, τα Τίρανα, το Ισλαμαμπάντ, την Σαγκάη και το Νέο Δελχί, και σε όλη αυτή την τόσο χαριτωμένη και σχεδόν μυθική διαδρομή, συνάντησα ράκη του Ουγκώ, πρεζόνια, κινέζικες αποθήκες, μπαχάρι και εξωτικά πουλιά, μαυρούλες σειρήνες που θέλανε να μου χώσουν τη γλωσσίτσα τους μέσα στο αυτί μέρα μεσημέρι…κάτι έξαλλους απεργούς που βγάζανε φωνές βοώντος εν τη ερήμω…ενώ από κάτι χαλασμένα μεγάφωνα έσκουζε ως Ευνούχος του ντολμάν Μπαχτσέ, ο λαϊκός βάρδος Νταλάρας, το μεγαλειώδες σουξέ "πάγωσε η τσιμινιέρα".
Στάθηκα χάσκοντας στη μέση του δρόμου και τότε συνειδητοποίησα ότι σ’ αυτή την αποικία των τιμωρημένων, που κάποτε ήταν προνόμιο να ζεις, όχι τόσο γιατί περπατούσες πάνω στα ίχνη του αρχαίου κόσμου, αλλά κυρίως για την ευκαιρία που σου έδινε να μαθαίνεις να συνδέεσαι με το βάθος της ύπαρξης και της ιστορίας σου, να υπάρχεις με το ελάχιστο και να μην νοιώθεις άσχημα γι’ αυτό, για τα μαθήματα επιβίωσης που σου έδινε, γιατί πιστεύω ότι όποιος επιβίωσε στην Αθήνα μπορεί να την βγάλει παντού…γι’ αυτόν το ήλιο που ενώ σου έκαιγε τα φτερά της υψηλής φρόνησης σου πρόσφερε το αντίτιμο της γλυκιάς νιότης να χτυπάει σαν κύμα μεσημεριανό στα μηνίγγια και στο αίμα και σ’ άφηνε να δεις τον κόσμο στο μέτρο του, αυτά όλα είχαν χαθεί απ’ τα μάτια μου χτες το μεσημέρι, στην μέση της τρίτης Σεπτεμβρίου, με τον κόσμο να με προσπερνάει χαμένος στη χώρα του πουθενά, μια ολόκληρη πόλη, που την άρπαξε ξαφνικά ένα αόρατο χέρι και την πέταξε στη χωματερή των ονείρων…
Τώρα πια ξέρω πως στον αμέσως επόμενο προορισμό μου, γωνία Σταδίου και Πραξιτέλους, με περιμένει η Σκύλα και η Χάρυβδη… με περιμένουν Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες και όλα αυτά, χωρίς πια να χρειάζεται να κάνεις ούτε ένα βήμα απ’ την Ιθάκη."
http://mediasoup.gr/
Share on Facebook