Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

"Γράμμα σ έναν ηλίθιο μεγαλοκαρχαρία"


" Αναρωτιέμαι, άραγε, εκτός από τη Συμμορία των Ψυχοπαθών Γιγαντοκεφαλαιούχων που κάνουν τους λαούς να φτύνουν αίμα κυριολεκτικά, προκειμένου να αυτοκρατορεύσουν στον πλανήτη, οι υπόλοιποι, που απ αυτούς εξαρτηθήκατε και πλουτίσατε, σαν κι εσένα ας πούμε, δεν αντιλαμβάνεστε το αυτονόητο;

΄Ότι δηλαδή, τη ζωή δεν αξίζει να την διεξάγεις μέσα σε γυάλινους πύργους, απουσία συνανθρώπων, κι ότι αυτό το ψυχοπαθητικό σέχταρ της παντοδύναμης απομόνωσης δεν προσφέρει τελικώς τίποτε το ξεχωριστό σ έναν άνθρωπο που έχει κι αυτός νεφρά...

παχύ έντερο, πάγκρεας και τα υπόλοιπα συμπαρομαρτούντα μιας ανθρώπινης παρουσίας πάνω στη γη;

Το να ζεις βέβαια μέσα σε πολυτελείς πισίνες, να τρέχεις με πανάκριβα αυτοκίνητα, να τρως τα πιο πικάντικα φαγητά και να απολαμβάνεις τον ήλιο στα ομορφότερα νησιά του κόσμου, δε λέω, είναι πολύ ενδιαφέρον, υπό μία μονάχα προϋπόθεση όμως : Ότι δεν θα βιώνεις από παντού, σε εικοσιτετράωρη βάση, το άσβεστο μίσος.

Το μίσος των αμέτρητων δυστυχισμένων που εσύ μαζί με τους όμοιους σου, τους αλλάζεις τη ζωή, τους διαλύεις τις οικογένειες, τους βουλιάζεις στη μιζέρια, κι αναγκάζεις τους ιερούς γέρους απόμαχους της πατρίδας μου, να ζήσουνε μ’ ένα βρεγμένο παξιμάδι, την ώρα που εσύ πετάς τα ρέστα απ το μαυροχάβιαρο και τις αηδονόγλωσσες, στα σκυλιά σου..

Μα καλά, χαμπάρι δεν πήρες, μέσα στη μέθη του πλούτου σου, ότι πίσω από κάθε «αγορασμένο» χαμόγελο που εισπράττεις, ακόμα κι απ τον σεφ που σου μαγειρεύει, το μεγαλογιατρό που σε κουράρει, το διάσημο ράφτη που σου φτιάχνει τα πανάκριβα κουστούμια, καραδοκεί μια υπόγεια αηδία προς το πρόσωπό σου;

Ξεχνάς ότι για να πλασαριστείς ως γλείφτης- θυρωρός, στον προθάλαμο του κλαμπ των Μεγάλων Αφεντικών, σ’ όλη τη ζωή σου δίνεις «κώλο», τα Αφεντικά σε ελέγχουν και σε «κρατάνε» και δεν δικαιούσαι, ούτε μια μαγκιά να κάνεις, για μια φορά στη ζωή σου, πάντοτε ήσουν, είσαι και θα είσαι, υποτελής τους;

Υπηρετώντας τους ως «ποδηλάτης», δηλαδή προς τα πάνω «σκύβεις» το κεφάλι σου σ’ Αυτούς, και προς τα κάτω «πατάς» με τα πόδια σου τους υφισταμένους σου.

Και τι διαφορετικό κάνεις εσύ τώρα απ ότι έκανες πέρσι και πρόπερσι, μου λες; Μήπως πήρες καλύτερο αυτοκίνητο ; Όχι! Πήγες σε ακόμα ομορφότερα νησιά; Όχι! Χωράει το στομάχι σου και δεύτερη μπριζόλα δίχως την άδεια των γιατρών σου; ΄Όχι! Άλλαξες ποιότητα ζωής; Όχι!

Τότε τι; ΄Ηταν ανάγκη να τσοντάρεις κι εσύ, ως παλιοτόμαρο μέσα στα άλλα καθήκια, για να διαλυθεί η πατρίδα σου ρε; Σου έλειψε τίποτε ποτέ, εδώ, σ αυτή τη χώρα; Ότι έχεις σήμερα, δεν το είχες κι εχτές;

Γιατί λοιπόν ρε ηλίθιε χρηματομανή, δε μπήκες μπροστά να διατάξεις τους υπαλλήλους σου τους πολιτικούς, να κρατήσουν όρθιο τον τόπο που σ’ έκανε αυτό που είσαι σήμερα; Τι κέρδισες; Για να προσθέσεις μερικά μηδενικά παραπάνω σε κάτι αριθμούς στον κομπιούτερ σου, μηδένισες την πατρίδα σου ρε;

Το ξέρεις, ότι πριν κι απ τα φερέφωνά σου, τους επίορκους πολιτικάντηδες, είσαι ο ίδιος εσύ, ένοχος εσχάτης προδοσίας;

Ρε άνθρωπε, θα πεθάνεις κάποτε κι εσύ! Κι αν δεν πεθάνεις πάνω στα μεσαία σου νιάτα, από την αγωνία του υπερκέρδους, στριμωγμένος πάνω σ ένα κομπιούτερ ώρες ολόκληρες να παρακολουθείς τις μετοχές σου, άντε να πούμε ότι τα κατάφερες ή θα τα καταφέρεις να πατήσεις τα ογδόντα, με χίλια ζόρια, κι όλη τη μοντέρνα ιατρική τεχνολογία στο προσκεφάλι σου, ότι και να κάνεις, η ώρα σου πλησιάζει κι εσένα, όπως όλων βέβαια κάποτε..

Πόσο νομίζεις ότι θα ζήσεις ακόμα; Και τι λοιπόν θ’ αφήσεις πίσω σου, γερομαλάκα μου; Ένα ποίημα μήπως; Έστω μια ζωγραφιά; Ένα έργο για τους μεταγενέστερους; Μια καλή ανάμνηση; ΄Όχι βέβαια, τίποτε απ αυτά! Θ αφήσεις όλη κι όλη, μια καθόλου «δική σου» πια, «περιουσία», που φεύγοντας, δεν θα ξέρεις πόσο θα αντέξει και τι καινούριο ετοιμάζουν γι αυτήν, τα περιούσια Αφεντικά σου κι οι γιοί τους..Ηλίθιε!

Είσαι αξιοθρήνητος, αλλά εγώ δεν σε λυπάμαι. Γιατί βούλιαξες κι εσύ, παλιάνθρωπε, την ένδοξη πατρίδα μου, στο βούρκο της υποτέλειας και της απόλυτης παρακμής. Εύχομαι μόνο, στις τελευταίες σου στιγμές, να ξυπνήσει, έστω για ένα δευτερόλεπτο μονάχα, η Συνείδηση σου.

Ώστε να βιώσεις, σ’ ένα απύθμενα τραγικό τέλος, τον υπαρξιακό αφανισμό σου, και την απόλυτη διάψευση όλης της ζωής σου.. Γιατί είναι τεράστια η σκληρότητα που επιφυλάσσουν οι Ερινύες σ’ όποιον αποφασίσουν να συνοδεύσουν στην ΄Άλλην ΄Οχθη.. Έχοντας αναθέσει, όπως ήδη κατάλαβες, τη διαχείρισή της, στους Ποιητές."

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Share on Facebook